Κώστας Γραμματόπουλος – 01/11/1979 – 17/11/1979

“Σχέδια”
Κώστας Γραμματόπουλος
01 – 17 Νοεμβρίου 1979

Το Αιγαίο σε όλο του το φως – η διάφανη ατμόσφαιρα – το παιχνίδισμα των ακτίνων, οι οπτασίες και τα δράματα που προβάλλουν ανάμεσά τους.
Το μαβί χώμα των βουνών. Οι λευκοί όγκοι των σπιτιών, στη Σκύρο, στην Ύδρα και στις Κυκλάδες.
Οι αποχρώσεις του γκρίζου των βουνών, των βράχων και των πύργων στη Μάνη.
Το χρώμα, μορφή και όγκος στην Ύδρα.
Βουνά, σπίτια, δέντρα, θάλασσα ενορχηστρωμένα μεσ’ από το φως.
Ένα φως όχι αιχμαλωτισμένο αλλά αναδημιουργημένο μεσ’ από πρίσματα. Κύριο ενοποιητικό στοιχείο της σύνθεσης, υπέρτατη πηγή ενέργειας που καταργεί τις διαστάσεις του έργου.
Εδώ, οι δέσμες του φωτός συναρμολογούν τους όγκους, συνταιριάζουν τις αδρές γραμμές – την οριζόντια και την κάθετη – με τις καμπύλες και ορίζουν ένα ρυθμό – τεκμήριο μιας κίνησης θεμελιωμένης πάνω στο ένστικτο και όχι στην αντιγραφή και τη μίμηση της φύσης.
Αυθεντικότητα επαληθευμένη όχι μόνο στις αριστουργηματικές ξυλογραφίες του καλλιτέχνη αλλά και εκεί που δεν μεσολαβεί καμιά ειδική επεξεργασία όπως στα σχέδια από τη Σκύρο, την Ύδρα, τη Μάνη και σε όλο σχεδόν τον Ελληνικό χώρο.
Παραστάσεις, εντυπώσεις, συνειρμοί, μνήμες, ερεθίσματα, αντιδράσεις ενορχηστρωμένα έτσι ώστε μέσα και από ένα μόνο στοιχείο και λεπτομέρεια –τη σιδεριά ενός μπαλκονιού, τη λάμπα της γωνίας του δρόμου, την καρέκλα του καφενείου – να ακτινοβολεί η ξεχωριστή προσωπικότητα μιας ολόκληρης ατμόσφαιρας, να συντελείται η ταύτιση με ένα περιβάλλον. Πολυεδρικά αυτός ο πολύ ευαίσθητος δημιουργός “πιάνει” στα σχέδιά του και εκφράζει μεσ’ από το κάρβουνο την υπόσταση μιας μορφής, την προσωπικότητα ενός χώρος για να προβάλλει την αυθεντικότητά τους. Μια τέτοια διεργασία και διορατικότητα από μέρους του καλλιτέχνη όχι μόνο ευνοεί αλλά και ενθαρρύνει τη “μύηση” του θεατή.
Το αισθητήριο του δημιουργού, εκείνο που μας καταπλήσσει ολοένα με τη διαφάνεια, την υδαρότητα, τη λάμψη των χρωμάτων στις ξυλογραφίες εξίσου έντονα παρόν στα μαυρόασπρα σχέδια κατορθώνει και υποβάλλει, εδώ, αποκλειστικά μεσ’ από τις αντιθέσεις των δυο αυτών χρωμάτων και του ενδιάμεσου γκρίζου την παρουσία πολύ περισσότερων χρωμάτων. Στα σχέδια αυτά μπαίνουν τα θεμέλια της αισθητικής αντιμετώπισης του φωτός – της δομής της σύνθεσης – που γνωρίζουν μιαν άλλη φάση στις ξυλογραφίες.
Οι μαύρες επιφάνειες, τα λευκά “ξανοίγματα”, τα ήπια “περάσματα” των τόνων του γκρίζου, η φορά των οριζόντιων και των κάθετων και οι ιδιόρρυθμες διαδρομές των καμπύλων προικίζουν τη σύνθεση με ένα ρυθμό.
Ανάλαφρα και συνάμα στέρεα τα πλέγματα των γραμμών αυτών συνθέτουν ένα παλμικό ιστό, δείχνουν αρτηρίες ενός ζωντανού οργανισμού.
Εικόνες – παραστάσεις – αχνάρια και ίχνη σε μια κοινή σύνθεση ενορχηστρωμένα, σπίτια, σοκάκια, σκαλιά, βουνοκορφές, πλαγιές και παράλια, αυλές και εξώπορτες – Πρίσματα ενός πολυεδρικού συνόλου – διαβρωμένα σε βάθος από την ατμόσφαιρα και την προσωπικότητα του χώρου: αυτήν, αποκλειστικά αναδύουν και υποβάλλουν μεσ’ από τις συνεχείς εναλλαγές των παραστάσεων που αιχμαλωτίζουν την προσοχή μας και ευαισθητοποιούν ιδιαίτερα τον ψυχικό μας κόσμο. Τίποτα το ουσιαστικό δεν θυσιάζεται, εδώ, ούτε και προβάλλει υπέρμετρα.
Ο δημιουργός αποκαλύπτεται γνώστης ενός μυστικού με ιδιότητες μαγικές, αντιδραστικές σε κάθε περιγραφή.
Βλέποντας πέρα από τον κόσμο του ορατού, ο Γραμματόπουλος προικίζει με αυτήν ακριβώς, την αίσθηση ότι και αν αποθανατίσει.
Δημιουργεί στα έργα του με το φως. Ένα φως που δεν προβάλλει αλλά γεννιέται μέσα στη σύνθεση όποια και αν είναι τα μέσα και η ύλη.
Υποβάλλει άμεσα με έναν αλάθητο τρόπο μιαν ατμόσφαιρα προικίζοντας τα έργα του με μια πνοή και συνάμα με μια ποίηση, στο είδος της μοναδική.
Ποίηση που ενθαρρύνει το θεατή – δίχως να δεσμεύεται από ένα πρότυπο και μια στατική εικόνα – να ενεργοποιεί τη φαντασία του και την ευαισθησία του για μια προσωπική “αναγνώριση” του έργου.
Δημιουργική σύνθεση – εκτέλεση του έργου και δημιουργική αναγνώρισή του από τον θεατή: λειτουργίες που πραγματοποιημένες με μια υποδειγματική λιτότητα μέσων και έκφρασης τεκμηριώνουν την υψηλή ποιότητα και την διεθνώς αναγνωρισμένη αξία αυτής της “προσφοράς” στο χώρο της τέχνης.

Ντόρα Ηλιοπούλου Ρογκάν