(GR) ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ
26 Φεβρουαρίου 1989
Μια γέφυρα στα σύννεφα
Ξεκινάμε ένα φανταστικό ταξίδι, στην εποχή της παρθενίας του Ανθρώπου, όταν μπορούσε ακόμα ν’ «αναγνωρίζει» θαύματα στη Φύση. Όταν έμενε κατάπληκτος μπροστά στο πέταγμα των πουλιών, όταν οι αλαφροΐσκιωτοι «έβλεπαν» σ’ ένα όρθιο διχαλωτό κλαδί δέντρου, το θείο Ον με τα φτερά, τον Ερμή, τον Άγγελο, τη γέφυρα μεταξύ της Γης και τ’ Ουρανού, τη Σκάλα από τη λάσπη στ’ αστέρια.
Ύστερα οι Άγγελοι απομυθοποιήθηκαν, από τον Ίκαρο πρώτα, που πλήρωσε ακριβά το θράσος του να κάνει τ’ όνειρο μηχανή, κι από τα Μπόινγκ έπειτα, με τα διαστημόπλοια σαν χαριστική βολή….
Ανέλαβε, λοιπόν, ν’ αποκαταστήσει τη χαμένη παρθενιά της πίστης στο υπερφυσικό, η Τέχνη, βγάζοντας της γλώσσα κοροϊδευτικά στον μυωπικό ορθολογισμό της Τεχνολογίας.
Μια τέτοια γέφυρα από το βαρύ χώμα στα σύννεφα, χτίζει ο γλύπτης Ραϋμόνδος, χρησιμοποιώντας για υλικό το ξύλο. Οι «Άγγελοί» του, είναι μορφές χωρίς φύλο, με βαριά από σάρκα κορμιά, κι ανάλαφρη κίνηση των «φτερών» προς τα πάνω. Τα πρόσωπά τους, πολύ κοντινά στην ιδέα της νεκρικής μάσκας ή του τοτέμ, μερικές φορές και χωρίς χαρακτηριστικά. Όπως συμβαίνει στα όνειρα, όπου δεν αναγνωρίζουμε το πρόσωπο, αλλά έχουμε την αίσθηση μιας παρουσίας. Τα μέλη στις κοντόχοντρες φιγούρες είναι επίτηδες ελαφρά ασύμμετρα μεταξύ τους κι έτσι, η προς τα πάνω κίνηση του κορμού και των «φτερών» έρχεται σαν φυσική συνέπεια της υποβαλλόμενης, «ρευστότητας» της φιγούρας. Στη θέση των χεριών, εξίσου αφαιρετικά με το σώμα, ξεδιπλώνονται δυο μέλη, που άλλοτε είναι ξεκάθαρα φτερά, κι άλλοτε φτερά εν δυνάμει: Δηλαδή, ή χέρια ανθρώπινα την ώρα που μεταλλάσσονται σε αγγελικά φτερά, ή το αντίστροφο. Οι Άγγελοι – ειδώλια, σε διαφορετικά μεγέθη, ολοκληρώνουν τη «γέφυρα» προς τ’ άστρα, με την επιλογή παρουσίασής τους στην αίθουσα Τέχνης «Μέδουσα». Μερικοί να προτιμούν να στηρίζονται κατ’ ευθείαν στο πάτωμα, άλλοι «πατούν» πάνω σε μεταχειρισμένα χρωματιστά βαρέλια, κι άλλοι υπερίπτανται κιόλας στην οροφή, χωρίς διάθεση να εγκαταλείψουν οριστικά τη γη, από την οποία γεννήθηκαν.
Οι «Άγγελοι» του Ραϋμόνδου, είναι υπεράνω φυλετικών διακρίσεων, αλλά κι εποχών, πολιτισμών και θρησκειών: Άλλοι είναι βαμμένοι με μαύρο στιλπνό χρώμα, ή ματ, άλλοι μένουν στο φυσικό χρώμα του ξύλου με πυρογραφικές επεμβάσεις, άλλοι βαμμένοι στο χρώμα του ψημένου πηλού, με κοινό υλικό όμως κάτω από το χρώμα, τη ζωή του δέντρου. Η μορφολογική αναφορά στα ειδώλια και στα τοτέμ, καταργεί τις αποστάσεις του χρόνου ανάμεσα στους πολιτισμούς, ενώ τα χωρίς φύλο αυτά όντα, που είναι η βελτιωμένη εκδοχή του Ερμαφρόδιτου, δεν υπόσχονται μεσολάβηση στο Υπέρτατο Ον, δεν προσηλυτίζουν, απλώς θυμίζουν την ανάγκη της «γέφυρας» από την Ανάγκη στο Όνειρο.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Ντόρα Ηλιοπούλου – Ρογκάν
Χαρακτηριστικοί στο έπακρον οι «Άγγελοι» του Ραϋμόνδου στην Αίθουσα Τέχνης «Μέδουσα» προβάλουν στον χώρο της γκαλερί υποβάλλοντας μιαν ιδιόμορφη ατμόσφαιρα.
Ως μάρτυρες μιας αυθεντικής έμπνευσης που κατορθώνει να ανανεώνεται εκ των ένδον δίχως ποτέ να επαναπαύεται σε εύκολες ευκαιριακές λύσεις, οι άγγελοι του
Ραϋμόνδου αποτελούν το πιο εύγλωττο παράδειγμα μιας σταθερής και έντονης προσωπικότητας. Προσωπικότητας που ανεπηρέαστη από τις δίνες και τις αναμοχλεύσεις της σύγχρονης τέχνης κατορθώνει να εκφράζεται στο ακέραιο εμπνέοντας συνάμα έναν δυναμικό παλμό.